συνεγείρω
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- συνεγείρω < ελληνιστική κοινή συνεγείρω[1] [2] [3] < αρχαία ελληνική σύν + ἐγείρω
Ρήμα
επεξεργασίασυνεγείρω
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία συνεγείρω
|
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ συνεγείρω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- ↑ συνεγείρω - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ συνεγείρω - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)