συμπίνω
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- συμπίνω < αρχαία ελληνική συμπίνω < σύν + πίνω
Ρήμα
επεξεργασίασυμπίνω
Συγγενικά
επεξεργασία- συμπότης
- συμποτικός
- → δείτε τη λέξη συμπόσιο
- → δείτε τις λέξεις συν και πίνω
Μεταφράσεις
επεξεργασία συμπίνω
|