Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
στράφι
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίρρημα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
στράφι
< (
άμεσο δάνειο
)
τουρκική
israf
(
σπατάλη
) <
αραβική
إسراف
(
isrāf
,
άσωτος
)
Επίρρημα
επεξεργασία
στράφι
(
μόνο σε εκφράσεις όπως το: "πάω στράφι"
) χαμένος,
αναξιοποίητος
, σπαταλημένος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
στράφι
αγγλικά
:
waste
(en)