Ετυμολογία

επεξεργασία
σπικάζ < (αγγλ. speak) + -αζ ( γαλλική -age)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

σπικάζ ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία