Ετυμολογία

επεξεργασία
σιγομαγειρεύω < σιγο- + μαγειρεύω

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /si.ɣo.ma.ʝiˈɾe.vo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: σι‐γο‐μα‐γει‐ρεύ‐ω

σιγομαγειρεύω

  Μεταφράσεις

επεξεργασία