πολεμική τέχνη
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
πολεμική τέχνη θηλυκό, συνήθως στον πληθυντικό πολεμικές τέχνες
- μέθοδος αυτοάμυνας, συνήθως ασιατικής προέλευσης, που βασίζεται στην τεχνική και τη φιλοσοφία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
πολεμική τέχνη