Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

πλαστικοποιήσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος πλαστικοποιώ
  2. θα πλαστικοποιήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος πλαστικοποιώ

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

επεξεργασία

πλαστικοποιήσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του πλαστικοποίηση