περιεχόμενον
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασίαπεριεχόμενον
- αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους του περιεχόμενος
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του περιεχόμενος
- → δείτε τη λέξη περιεχόμενο (νέα ελληνική)