πεδιλώνω
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαπεδιλώνω (παθητική φωνή: πεδιλώνομαι)
- κατασκευάζω πέδιλα οικοδομής ή (γενικότερα) πέδιλα στήριξης ή τα προσαρμόζω σε αντικείμενο
Συγγενικά
επεξεργασίαΚλίση
επεξεργασία Ενεργητική φωνή
Εξακολουθητικοί χρόνοι | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|
πρόσωπα | Ενεστώτας | Παρατατικός | Εξ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | πεδιλώνω | πεδίλωνα | θα πεδιλώνω | να πεδιλώνω | πεδιλώνοντας | |
β' ενικ. | πεδιλώνεις | πεδίλωνες | θα πεδιλώνεις | να πεδιλώνεις | πεδίλωνε | |
γ' ενικ. | πεδιλώνει | πεδίλωνε | θα πεδιλώνει | να πεδιλώνει | ||
α' πληθ. | πεδιλώνουμε | πεδιλώναμε | θα πεδιλώνουμε | να πεδιλώνουμε | ||
β' πληθ. | πεδιλώνετε | πεδιλώνατε | θα πεδιλώνετε | να πεδιλώνετε | πεδιλώνετε | |
γ' πληθ. | πεδιλώνουν(ε) | πεδίλωναν πεδιλώναν(ε) |
θα πεδιλώνουν(ε) | να πεδιλώνουν(ε) | ||
Συνοπτικοί χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Αόριστος | Συνοπτ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Απαρέμφατο | |
α' ενικ. | πεδίλωσα | θα πεδιλώσω | να πεδιλώσω | πεδιλώσει | ||
β' ενικ. | πεδίλωσες | θα πεδιλώσεις | να πεδιλώσεις | πεδίλωσε | ||
γ' ενικ. | πεδίλωσε | θα πεδιλώσει | να πεδιλώσει | |||
α' πληθ. | πεδιλώσαμε | θα πεδιλώσουμε | να πεδιλώσουμε | |||
β' πληθ. | πεδιλώσατε | θα πεδιλώσετε | να πεδιλώσετε | πεδιλώστε | ||
γ' πληθ. | πεδίλωσαν πεδιλώσαν(ε) |
θα πεδιλώσουν(ε) | να πεδιλώσουν(ε) | |||
Συντελεσμένοι χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Παρακείμενος | Υπερσυντέλικος | Συντελ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | |
α' ενικ. | έχω πεδιλώσει | είχα πεδιλώσει | θα έχω πεδιλώσει | να έχω πεδιλώσει | ||
β' ενικ. | έχεις πεδιλώσει | είχες πεδιλώσει | θα έχεις πεδιλώσει | να έχεις πεδιλώσει | ||
γ' ενικ. | έχει πεδιλώσει | είχε πεδιλώσει | θα έχει πεδιλώσει | να έχει πεδιλώσει | ||
α' πληθ. | έχουμε πεδιλώσει | είχαμε πεδιλώσει | θα έχουμε πεδιλώσει | να έχουμε πεδιλώσει | ||
β' πληθ. | έχετε πεδιλώσει | είχατε πεδιλώσει | θα έχετε πεδιλώσει | να έχετε πεδιλώσει | ||
γ' πληθ. | έχουν πεδιλώσει | είχαν πεδιλώσει | θα έχουν πεδιλώσει | να έχουν πεδιλώσει |
|
Μεταφράσεις
επεξεργασία πεδιλώνω
|