• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

πήλινο

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία

Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

πήλινο

  1. αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους του πήλινος
  2. ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του πήλινος
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=πήλινο&oldid=6385781"
Τελευταία επεξεργασία στις 16 Οκτωβρίου 2023, στις 09:08

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 16 Οκτωβρίου 2023, στις 09:08.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας