νύκτωρ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- νύκτωρ < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική νύκτωρ < νύξ
Επίρρημα
επεξεργασίανύκτωρ
Μεταφράσεις
επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- νύκτωρ < νύξ
Επίρρημα
επεξεργασίανύκτωρ
- κατά τη διάρκεια της νύχτας
- ※ 7ος πκε αιώνας ⌘ Ἡσίοδος, Ἔργα καὶ Ἡμέραι, 177 (176-178)
- νῦν γὰρ δὴ γένος ἐστὶ σιδήρεον· οὐδέ ποτ᾽ ἦμαρ | παύσονται καμάτου καὶ ὀιζύος οὐδέ τι νύκτωρ | τειρόμενοι· χαλεπὰς δὲ θεοὶ δώσουσι μερίμνας.
- Αφού τώρα πια το σιδερένιο υπάρχει γένος. Κι ούτε θα πάψουνε ποτέ | τη μέρα να κοπιάζουν και να δυστυχούν, να βασανίζονται τη νύχτα, | μα μέριμνες σκληρές σ᾽ αυτούς οι θεοί θα δίνουν.
- Μετάφραση (2001): Σταύρος Γκιργκένης, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
- νῦν γὰρ δὴ γένος ἐστὶ σιδήρεον· οὐδέ ποτ᾽ ἦμαρ | παύσονται καμάτου καὶ ὀιζύος οὐδέ τι νύκτωρ | τειρόμενοι· χαλεπὰς δὲ θεοὶ δώσουσι μερίμνας.
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Πλάτων, Πολιτεία, 2, 381e
- μηδ᾽ αὖ ὑπὸ τούτων ἀναπειθόμεναι αἱ μητέρες τὰ παιδία ἐκδειματούντων, λέγουσαι τοὺς μύθους κακῶς, ὡς ἄρα θεοί τινες περιέρχονται νύκτωρ πολλοῖς ξένοις καὶ παντοδαποῖς ἰνδαλλόμενοι, ἵνα μὴ ἅμα μὲν εἰς θεοὺς βλασφημῶσιν, ἅμα δὲ τοὺς παῖδας ἀπεργάζωνται δειλοτέρους.
- Κι ας προσέξουν ακόμα κι οι μητέρες να μη γίνουνται θύματα της ευπιστίας των και να κάθουνται να τρομάζουν με τέτοια κακά παραμύθια τα παιδιά των, πως τάχα οι θεοί παίρνουν διάφορες ξένες μορφές και τριγυρνούν τις νύχτες, για να μη λένε τέτοιες βλαστημίες για τους θεούς και κάνουν συγχρόνως και τα παιδιά των δειλότερα.
- Μετάφραση (στη δημοτική, χ.χ.): Ιωάννης Γρυπάρης. Θεσσαλονίκη: ΚΕΓ, 2015 (στην καθαρεύουσα, 1911, Εκδ.Φέξη) @greek‑language.gr
- μηδ᾽ αὖ ὑπὸ τούτων ἀναπειθόμεναι αἱ μητέρες τὰ παιδία ἐκδειματούντων, λέγουσαι τοὺς μύθους κακῶς, ὡς ἄρα θεοί τινες περιέρχονται νύκτωρ πολλοῖς ξένοις καὶ παντοδαποῖς ἰνδαλλόμενοι, ἵνα μὴ ἅμα μὲν εἰς θεοὺς βλασφημῶσιν, ἅμα δὲ τοὺς παῖδας ἀπεργάζωνται δειλοτέρους.
- ※ 4ος πκε αιώνας ⌘ Δημοσθένης, Κατὰ Μειδίου περὶ τοῦ κονδύλου, 63
- οὐκ ἐβάδιζ᾽ ἐπὶ τὰς τῶν χρυσοχόων οἰκίας νύκτωρ, οὐδὲ κατερρήγνυεν τὰ παρασκευαζόμεν᾽ ἱμάτι᾽ εἰς τὴν ἑορτήν, οὐδὲ διέφθειρε διδάσκαλον, οὐδὲ χορὸν μανθάνειν ἐκώλυεν, οὐδὲ τῶν ἄλλων οὐδὲν ὧν οὗτος διεπράττετ᾽ ἐποίει, ἀλλὰ τοῖς νόμοις καὶ τῇ τῶν ἄλλων βουλήσει συγχωρῶν ἠνείχετο καὶ νικῶντα καὶ στεφανούμενον τὸν ἐχθρὸν ὁρῶν,
- δεν ορμούσε νύκτα στις κατοικίες των χρυσοχόων, δεν κατέσχιζε τα ρούχα που ετοιμάζονταν για την εορτή, δεν προσπαθούσε να εξαγοράσει τον δάσκαλο του χορού, δεν εμπόδιζε τον χορό στις ασκήσεις του ούτε εφάρμοζε κανένα από τα άλλα τεχνάσματα του Μειδία, αλλά υποχωρώντας μπροστά στους νόμους και στη θέληση των συμπολιτών του, ανεχόταν να βλέπει τον εχθρό του να νικάει και να παίρνει το στεφάνι της νίκης·
- Μετάφραση (1989): Γ. Ξανθάκη-Καραμάνου, Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών @greek‑language.gr
- οὐκ ἐβάδιζ᾽ ἐπὶ τὰς τῶν χρυσοχόων οἰκίας νύκτωρ, οὐδὲ κατερρήγνυεν τὰ παρασκευαζόμεν᾽ ἱμάτι᾽ εἰς τὴν ἑορτήν, οὐδὲ διέφθειρε διδάσκαλον, οὐδὲ χορὸν μανθάνειν ἐκώλυεν, οὐδὲ τῶν ἄλλων οὐδὲν ὧν οὗτος διεπράττετ᾽ ἐποίει, ἀλλὰ τοῖς νόμοις καὶ τῇ τῶν ἄλλων βουλήσει συγχωρῶν ἠνείχετο καὶ νικῶντα καὶ στεφανούμενον τὸν ἐχθρὸν ὁρῶν,
- ※ 7ος πκε αιώνας ⌘ Ἡσίοδος, Ἔργα καὶ Ἡμέραι, 177 (176-178)
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη νύξ
Πηγές
επεξεργασία- νύκτωρ - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- νύκτωρ - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.