νυμφεύομαι εξ αριστεράς χειρός

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

→ δείτε τις λέξεις ἐνυμφεύθη, νυμφεύομαι και ἐξ ἀριστερᾶς, θηλυκό, γενική του ἀριστερός, και χειρὸς, γενική του χείρ
και → δείτε τις λέξεις αριστερός και χέρι • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Έκφραση επεξεργασία

νυμφεύομαι εξ αριστεράς χειρός