Ετυμολογία

επεξεργασία
νομικό δικαίωμα < νομικό + δικαίωμα

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

νομικό δικαίωμα ουδέτερο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία