νηο-
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- νηο- < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική νηο- < ναῦς
Πρόθημα
επεξεργασίανηο-
Σύνθετα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία νηο-
|
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠρόθημα
επεξεργασίανηο-