Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /moˈɾi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: μω‐ρή
ομόηχο: μωροί

  Επιφώνημα επεξεργασία

μωρή! προς γυναίκα

Άλλες μορφές επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  • → δείτε τη λέξη μωρέ

  Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία

μωρή