Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

μποέμικα < μποέμικος +

  Επίρρημα επεξεργασία

μποέμικα

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία

μποέμικα