Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

μπαίνω απ' το παράθυρο < → δείτε τις λέξεις , μπαίνω, απ', από, το και παράθυρο στην αιτιατική ενικού

  Έκφραση επεξεργασία

μπαίνω απ' το παράθυρο

  Μεταφράσεις επεξεργασία