Ετυμολογία

επεξεργασία
μηχανογραφώ < μηχανο(γράφηση) + -γραφώ (αναδρομικός σχηματισμός)[1] Μορφολογικά, αναλύεται σε (μηχανή) μηχανο- + -γραφώ (γράφω)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /mi.xa.noˈɣɾa.fo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: μη‐χα‐νο‐γρα‐φώ

μηχανογραφώ, αόρ.: μηχανογράφησα, παθ.φωνή: μηχανογραφούμαι, π.αόρ.: μηχανογραφήθηκα, μτχ.π.π.: μηχανογραφημένος

Συγγενικά

επεξεργασία

→ και δείτε τις λέξεις μηχανή και γράφω

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία