Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

μεταγγίσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος μεταγγίζω
  2. θα μεταγγίσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος μεταγγίζω

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

μεταγγίσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του μετάγγιση