μεσιανά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαμεσιανά < μεσιαν(ός) + -ά
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /me.sçaˈna/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : με‐σια‐νά
Επίρρημα
επεξεργασίαμεσιανά
- άλλη μορφή του μεσαία
Μεταφράσεις
επεξεργασία μεσιανά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαμεσιανά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του μεσιανός