μαύρη αγορά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μαύρη αγορά < πιθανότατα (μεταφραστικό δάνειο) από την αγγλική αγγλική black market το οποίο καθιερώθηκε στα ελληνικά κατά τη διάρκεια της Κατοχής < από τη συνήθεια να διακινούνται τα ποτά κατά τη διάρκεια της νύχτας
Πολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαμαύρη αγορά αρσενικό
Μεταφράσεις
επεξεργασία μαύρη αγορά