Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μαστάζω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ρήμα
επεξεργασία
μαστάζω
( &
μασάομαι
)
άλλη μορφή του
μασάομαι
-μασῶμαι
Συγγενικά
επεξεργασία
μάσταξ
(μπουκιά, σαγόνι)
μαστιχάω
και
μαστίχη
(σχίνος για "
τσίχλα
")
από το
μασάομαι
,
μάσημα
(κάτι που μπορείς να μασηθεί)
μάσησις
μασητήρ
(που ενεργεί κατά τη
μάσηση
)
→
δείτε
τη
λέξη
μασάομαι