Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

μέλος δεδομένων < → δείτε τις λέξεις μέλος και δεδομένο < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική data member

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

μέλος δεδομένων

  Μεταφράσεις επεξεργασία