Ετυμολογία

επεξεργασία
λαϊκά < λαϊκός

  Επίρρημα

επεξεργασία

λαϊκά

  1. με λαϊκό τρόπο
    αυτός μιλάει πολύ λαϊκά

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

λαϊκά

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του λαϊκός

  Μεταφράσεις

επεξεργασία