Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

λαρυγγίζω < λάρυγξ + -ίζω

  Ρήμα επεξεργασία

λαρυγγίζω


Συγγενικά επεξεργασία

Σύνθετα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία