Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

λαδή < αφετικός τύπος του δηλαδή

  Σύνδεσμος επεξεργασία

λαδή

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

λαδή: κλιτικός τύπος

  Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία

λαδή