κρανιακά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίρρημα
επεξεργασίακρανιακά
Μεταφράσεις
επεξεργασία κρανιακά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίακρανιακά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του κρανιακός