Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κρίνει
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Προφορά
1.2
Ρηματικός τύπος
1.2.1
Ομώνυμα / Ομόηχα
1.2.2
Δείτε επίσης
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
ˈkɾi.ni
/
τυπογραφικός συλλαβισμός
:
κρί‐νει
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
κρίνει
γ΄
πρόσωπο
ενικού
οριστικής
ενεργητικού
ενεστώτα
του
κρίνω
Ομώνυμα / Ομόηχα
επεξεργασία
κρήνη
Κρήνη
Δείτε επίσης
επεξεργασία
αρχαία ελληνικά
κρήνῃ