Ετυμολογία

επεξεργασία
κοστολογώ < κόστος + -ο- + -λογώ

κοστολογώ (παθητική φωνή: κοστολογούμαι)

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία