κοσμοπολιτικά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίακοσμοπολιτικά < κοσμοπολιτικός + -ά
Επίρρημα
επεξεργασίακοσμοπολιτικά
- με κοσμοπολιτικό τρόπο, με κοσμοπολιτισμό
Μεταφράσεις
επεξεργασία κοσμοπολιτικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίακοσμοπολιτικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του κοσμοπολιτικός