Ετυμολογία

επεξεργασία
καδράρω < ουσιαστικό κάδρο + επίθημα -άρω

καδράρω

  1. τοποθετώ εικόνα ή φωτογραφία σε κάδρο
  2. φροντίζω την γωνία της φωτογραφικής ή κινηματογραφικής λήψης

  Μεταφράσεις

επεξεργασία