θεοσκότεινα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- θεοσκότεινα < θεοσκότεινος + -α
Επίρρημα επεξεργασία
θεοσκότεινα
Συνώνυμα επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη κατασκότεινα
Μεταφράσεις επεξεργασία
θεοσκότεινα
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
θεοσκότεινα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του θεοσκότεινος