ηλεκτρονικό
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασία
ηλεκτρονικό αρσενικό ή ουδέτερο
- αιτιατική ενικού, αρσενικού γένους του ηλεκτρονικός
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους (ηλεκτρονικό) του ηλεκτρονικός