Ετυμολογία

επεξεργασία
εὖ πάσχω < → δείτε τις λέξεις εὖ και πάσχω

  Έκφραση

επεξεργασία

εὖ πάσχω

  1. είμαι καλά, είμαι τυχερός, είμαι ευτυχισμένος
  2. ευεργετούμαι, δέχομαι προνόμια
    ※  4ος πκε αιώνας Ἰσοκράτης, Φίλιππος, 154
    Ἢν γὰρ ταῦτα πράττῃς, ἅπαντές σοι χάριν ἕξουσιν, οἱ μὲν Ἕλληνες ὑπὲρ ὧν ἂν εὖ πάσχωσιν, Μακεδόνες δ᾽ ἢν βασιλικῶς ἀλλὰ μὴ τυραννικῶς αὐτῶν ἐπιστατῇς,
    Αν ενεργήσεις έτσι, όλοι θα σου χρωστούνε χάρη: Οι Έλληνες για τις ευεργεσίες σου, οι Μακεδόνες που τους κυβερνάς σαν βασιλιάς σωστός και όχι σαν τύραννος·
    Μετάφραση (1967): Στέλλα Μπαζάκου - Μαραγκουδάκη, Αθήνα: ΟΕΔΒ @greek‑language.gr
    ※  4ος πκε αιώνας Ἰσοκράτης, Πανηγυρικός, 157
    τοῖς δ᾽ ἠπειρώταις οὐδ᾽ ὅταν εὖ πάσχωσιν χάριν ἴσασιν· οὕτως ἀείμνηστον τὴν ὀργὴν πρὸς αὐτοὺς ἔχουσιν.
    Στους κατοίκους όμως της Ασίας, ούτε και όταν ευεργετούνται από εκείνους, ποτέ δεν τους αναγνωρίζουν καμιά χάρη· τόσο είναι το μίσος που νιώθουν για κείνους.
    Μετάφραση (1967): Στέλλα Μπαζάκου - Μαραγκουδάκη, Αθήνα: ΟΕΔΒ @greek‑language.gr
    ※  4ος πκε αιώνας Ἀριστοτέλης, Ἠθικὰ Νικομάχεια, 4, 1120a
    τῆς γὰρ ἀρετῆς μᾶλλον τὸ εὖ ποιεῖν ἢ τὸ εὖ πάσχειν, καὶ τὰ καλὰ πράττειν μᾶλλον ἢ τὰ αἰσχρὰ μὴ πράττειν·
    Απόδειξη αρετής είναι, πράγματι, πιο πολύ το να κάνει κανείς το καλό παρά το να το δέχεται, και πιο πολύ το να κάνει ωραίες πράξεις παρά το να μην κάνει άσχημες πράξεις·
    Μετάφραση (2006): Δημήτριος Λυπουρλής, Θεσσαλονίκη:Ζήτρος @greek‑language.gr