Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

ευδοκήσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ευδοκώ
  2. θα ευδοκήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ευδοκώ

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

επεξεργασία

ευδοκήσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ευδόκηση