επιδιώξεις
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαεπιδιώξεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος επιδιώκω
- θα επιδιώξεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος επιδιώκω
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαεπιδιώξεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του επιδίωξη