Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

επενδύσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος επενδύω
  2. θα επενδύσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος επενδύω

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

επενδύσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του επένδυση