επί ποδός πολέμου
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Έκφραση επεξεργασία
επί ποδός πολέμου
- (κυριολεκτικά) ετοιμοπόλεμος, σε περίοδο ή κατάσταση κατά την οποία προετοιμαζόμαστε για πόλεμο
- (μεταφορικά) με επιθετική διάθεση και έτοιμοι για καβγά
Μεταφράσεις επεξεργασία
επί ποδός πολέμου