Δείτε επίσης: ἐξονυχίζω

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

εξονυχίζω < (ελληνιστική κοινήἐξονυχίζω

  Ρήμα επεξεργασία

εξονυχίζω (παθητική φωνή: εξονυχίζομαι)

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία