εν αναμονή
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- εν αναμονή < (καθαρεύουσα ) ἐν ἀναμονῇ (δοτική του ἀναμονή) → δείτε τις λέξεις εν και αναμονή • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;