εκκινήσεις
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαεκκινήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος εκκινώ
- θα εκκινήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος εκκινώ
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαεκκινήσεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του εκκίνηση