εικονίζω
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- εικονίζω < (ελληνιστική κοινή) εἰκονίζω < αρχαία ελληνική εἰκών
Ρήμα
επεξεργασίαεικονίζω
- αναπαριστώ με εικόνα
Συνώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη εικόνα
Κλίση
επεξεργασία Ενεργητική φωνή
Εξακολουθητικοί χρόνοι | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|
πρόσωπα | Ενεστώτας | Παρατατικός | Εξ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | εικονίζω | εικόνιζα | θα εικονίζω | να εικονίζω | εικονίζοντας | |
β' ενικ. | εικονίζεις | εικόνιζες | θα εικονίζεις | να εικονίζεις | εικόνιζε | |
γ' ενικ. | εικονίζει | εικόνιζε | θα εικονίζει | να εικονίζει | ||
α' πληθ. | εικονίζουμε | εικονίζαμε | θα εικονίζουμε | να εικονίζουμε | ||
β' πληθ. | εικονίζετε | εικονίζατε | θα εικονίζετε | να εικονίζετε | εικονίζετε | |
γ' πληθ. | εικονίζουν(ε) | εικόνιζαν εικονίζαν(ε) |
θα εικονίζουν(ε) | να εικονίζουν(ε) | ||
Συνοπτικοί χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Αόριστος | Συνοπτ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Απαρέμφατο | |
α' ενικ. | εικόνισα | θα εικονίσω | να εικονίσω | εικονίσει | ||
β' ενικ. | εικόνισες | θα εικονίσεις | να εικονίσεις | εικόνισε | ||
γ' ενικ. | εικόνισε | θα εικονίσει | να εικονίσει | |||
α' πληθ. | εικονίσαμε | θα εικονίσουμε | να εικονίσουμε | |||
β' πληθ. | εικονίσατε | θα εικονίσετε | να εικονίσετε | εικονίστε | ||
γ' πληθ. | εικόνισαν εικονίσαν(ε) |
θα εικονίσουν(ε) | να εικονίσουν(ε) | |||
Συντελεσμένοι χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Παρακείμενος | Υπερσυντέλικος | Συντελ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | |
α' ενικ. | έχω εικονίσει | είχα εικονίσει | θα έχω εικονίσει | να έχω εικονίσει | ||
β' ενικ. | έχεις εικονίσει | είχες εικονίσει | θα έχεις εικονίσει | να έχεις εικονίσει | ||
γ' ενικ. | έχει εικονίσει | είχε εικονίσει | θα έχει εικονίσει | να έχει εικονίσει | ||
α' πληθ. | έχουμε εικονίσει | είχαμε εικονίσει | θα έχουμε εικονίσει | να έχουμε εικονίσει | ||
β' πληθ. | έχετε εικονίσει | είχατε εικονίσει | θα έχετε εικονίσει | να έχετε εικονίσει | ||
γ' πληθ. | έχουν εικονίσει | είχαν εικονίσει | θα έχουν εικονίσει | να έχουν εικονίσει |
|