εδώθε
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- εδώθε < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ἐδῶθε(ν) < εδώ + -θεν
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /eˈðo.θe/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ε‐δώ‐θε
Επίρρημα επεξεργασία
εδώθε
- (λαϊκότροπο) από δω, από την πλευρά που βρίσκεται εδώ
Άλλες μορφές επεξεργασία
Αντώνυμα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
εδώθε