εγχειρήσεις
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαεγχειρήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος εγχειρώ
- θα εγχειρήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος εγχειρώ
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαεγχειρήσεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του εγχείρηση