Δείτε επίσης: διχογνωμῶ

  Ετυμολογία

επεξεργασία
διχογνωμώ < (ελληνιστική κοινήδιχογνωμέω / διχογνωμῶ < δίχα (< δίς) + γνώμη (< γιγνώσκω)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ði.xo.ɣnoˈmo/

διχογνωμώ

Συνώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία