διαρροϊκά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαδιαρροϊκά < διαρροϊκός
Επίρρημα
επεξεργασίαδιαρροϊκά
- όσον αφορά στη διάρροια
Μεταφράσεις
επεξεργασία διαρροϊκά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαδιαρροϊκά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του διαρροϊκό