διαισθητικά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
διαισθητικά < διαισθητικός
Επίρρημα επεξεργασία
διαισθητικά
- με διαισθητικό τρόπο, από διαίσθηση
Μεταφράσεις επεξεργασία
διαισθητικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
διαισθητικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του διαισθητικό