Ενεργητικός Ενεστώτας
|
προσωπικές εγκλίσεις
|
οριστική
|
υποτακτική
|
ευκτική
|
προστακτική
|
ἐγώ
|
διαζώνῡμι
|
διαζωνύω
|
διαζωνύοιμι
|
-
|
σύ
|
διαζώνῡς
|
διαζωνύῃς
|
διαζωνύοις
|
διαζώνῡ
|
οὗτος
|
διαζώνῡσι(ν)
|
διαζωνύῃ
|
διαζωνύοι
|
διαζωνύτω
|
ἡμεῖς
|
διαζώνυμεν
|
διαζωνύωμεν
|
διαζωνύοιμεν
|
-
|
ὑμεῖς
|
διαζώνυτε
|
διαζωνύητε
|
διαζωνύοιτε
|
διαζώνυτε
|
οὗτοι
|
διαζωνύασι(ν)
|
διαζωνύωσι(ν)
|
διαζωνύοιεν
|
διαζωνύντων / διαζωνύτωσαν
|
ονοματικοί τύποι
|
απαρέμφατο
|
μετοχή
|
διαζωνύναι
|
διαζωνύς
|
διαζωνῦσα
|
διαζωνύν
|
Ενεργητικός Παρατατικός
|
προσωπικές εγκλίσεις
|
οριστική
|
υποτακτική
|
ευκτική
|
προστακτική
|
ἐγώ
|
διεζώνῡν
|
-
|
-
|
-
|
σύ
|
διεζώνῡς
|
-
|
-
|
-
|
οὖτος
|
διεζώνῡ
|
-
|
-
|
-
|
ἡμεῖς
|
διεζώνυμεν
|
-
|
-
|
-
|
ὑμεῖς
|
διεζώνυτε
|
-
|
-
|
-
|
οὗτοι
|
διεζώνυσαν
|
-
|
-
|
-
|
|