Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
γουλίδι
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Χρειάζεται παραπομπή σε λεξικό.
Κρητικά
(el-crt)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
γουλίδι
< πιθανώς
γουλιά
+
-ίδι
εξ ου και ο τρίτος ορισμός
Ουσιαστικό
επεξεργασία
γουλίδι
ουδέτερο
(
κρητικά
)
(
για το
κρέας
) το
κομμάτι
,
τεμάχιο
ολόκληρο
τυρί
γουλιά
,
ρουφηξιά