Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

βγάζω στη φόρα < → δείτε τη λέξη βγάζω ή βγαίνω και φόρα με διαφορετικές εκδοχές για την προέλευση (ιταλική διάλεκτος ή λατινικός πληθυντικός)

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈvɣazo sti‿ˈfoɾa/

  Έκφραση επεξεργασία

βγάζω στη φόρα

Άλλες μορφές επεξεργασία

  • βγαίνω στη φόρα (παθητική διάθεση για την έκφραση)
  • βγάζω στα φόρα (σπάνιο, πρόθεση για λόγια εκφορά με λατινικό πληθυντικό)

Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία